Ο Νασρεντίν Χότζας
Καλλιτέχνης
Νικηφόρος Λύτρας
(1832 - 1904)
Ημερομηνία1873-1875
ΥλικόΛάδι σε κόντρα πλακέ
Διαστάσεις25 x 20 εκ.
Αρ. Συλλογής718
ΠεριγραφήΣτον μικρό πίνακα εικονίζεται γενειοφόρος άνδρας, Ανατολίτης, πιθανώς έμπορος χαλιών16, όρθιος μπροστά στο εμπόρευμά του. Με το αριστερό χέρι κρατεί μακρύ τσιμπούκι17, ενώ με το δεξί ανασηκώνει την άκρη ενός χαλιού, είτε για να το επιδείξει σε πελάτη είτε για να το ψηλαφήσει καλύτερα και να εκτιμήσει την ποιότητά του18.
Ο άνδρας φορεί σκούρο φαιό αντερί, ανοιχτό στο στήθος, κάτω από το οποίο εξέχει η λευκή πουκαμίσα στο στήθος και τα μανίκια. Στο κεφάλι φέρει τουρμπάνι. Το ήρεμο πρόσωπό του, με τα χαμηλωμένα βλέφαρα, προδίδει επιφυλακτικότητα, συγκέντρωση και μια λανθάνουσα εγρήγορση.
Ο Ανατολίτης και ο σωρός των χαλιών – μοναδική επισήμανση του χώρου της αγοράς – προβάλλονται επάνω σε ρόδινο βάθος, σχηματίζοντας μια κλίμακα χαμηλών τόνων, με ελάχιστες αντιθέσεις ή χρωματικές εξάρσεις. Τα φωτεινά ποικίλματα του πουκάμισου, καθώς έρχονται σε αντίθεση με το μελαμψό δέρμα, βοηθούν να αναδειχθεί το πρόσωπο αλλά δεν αναιρούν τη χαμηλή τονικότητα της παλέτας. Υποβόσκει εντούτοις, σε όλα αυτά, ένας υπόκωφος δυναμισμός. Τον διαισθάνεται κανείς στην πυκνότητα της σύνθεσης, την άτακτη πινελιά, ιδίως στα κοσμητικά μοτίβα των χαλιών και το αδρό πλάσιμο της ανδρικής μορφής. Ευδιάκριτη επίσης είναι η προσωπογραφική έφεση του ζωγράφου, η οποία αποτελεί μεν την αφετηρία του πίνακα, αλλά ευθέως τρέπεται προς την ηθογραφική σκηνή.
Το έργο είναι μαρτυρία των εντυπώσεων του Λύτρα από το τρίμηνο ταξίδι (Αύγουστος-Οκτώβριος 1873) που πραγματοποίησε με τον Γύζη στη Σμύρνη και τα ενδότερα της Τουρκίας19. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού σχεδίασε, κυρίως, ανθρώπινες μορφές, ορισμένα δε από τα σχέδιά του μετέφερε κατόπιν σε ελαιογραφία20.
Το ενδιαφέρον των δύο ζωγράφων για την Ανατολή εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο του ανατολισμού, όπως αυτός διαμορφώνεται κατά τον 19ο αιώνα ως έκφανση του ρομαντισμού21. Κατά την αρχή της δεκαετίας του 1870, όταν οι δύο Έλληνες επιχειρούν το ταξίδι, η εν λόγω κίνηση έχει παγιωθεί και οι Ευρωπαίοι ζωγράφοι – Γάλλοι πρωτίστως και δευτερευόντως Άγγλοι –, που έχουν επισκεφθεί χώρες της Ανατολής αναζητώντας νέες εμπειρίες και ερεθίσματα για την τέχνη τους, είναι ήδη πολλοί. Η συμμετοχή των γερμανικών χωρών στην κίνηση αυτή είναι μάλλον ασήμαντη, στη Βαυαρία πάντως, και ειδικά στο Μόναχο, υπάρχει μια ολιγομελής ομάδα καλλιτεχνών – στην οποία με έμφαση επισημαίνεται η παρουσία των Ελλήνων ζωγράφων22 – που καλλιεργεί με ζήλο τη σχετική θεματογραφία23.
Τι απέφερε στον Λύτρα το ταξίδι; Κατ’αρχάς την αίσθηση ενός άλλου χρωματισμού, μεστότερου, με βάθος και, ενίοτε, λαμπρότητα. Τούτο άλλωστε είναι κοινός τόπος στο έργο των περισσότερων ανατολιστών ζωγράφων. Ισχυρότερη εντύπωση του προξένησαν οι ανθρώπινοι τύποι· τα εκφραστικά και συγχρόνως επιφυλακτικά πρόσωπα, οι χειρονομίες, η όλη συμπεριφορά και η γραφικότητα των ενδυμάτων.
Ίσως η Ανατολή του Λύτρα δεν αποπνέει τη γοητεία του εξωτισμού. Είναι φυσικό τούτο, διότι ο ζωγράφος δεν έχει την πρόθεση να την ανακαλύψει. Έχει εξοικειωθεί με αυτή στην πατρίδα του από τα κατάλοιπα της Τουρκοκρατίας. Στην Τουρκία τίποτα δεν φαίνεται να τον εκπλήσσει, εκτός μόνο από την ανθρώπινη φυσιογνωμία, την οποία μελετά με απληστία και σχολαστική ερευνητικότητα. Τα πορτραίτα των Ανατολιτών του Λύτρα ενδιαφέρουν ως ανθρώπινες μαρτυρίες, πέραν από τη γραφικότητα του τόπου στον οποίο ανήκουν. (Βλάχος, 2007)
[...] Αποτέλεσμα του ταξιδιού του Νικηφόρου Λύτρα, μαζί με τον φίλο του Νικόλαο Γύζη, στην ελληνική Ανατολή, τη Μικρά Ασία, αποτελεί το έργο Ο Νασρεντίν Χότζας (1873-75· εικ. 29), το οποίο απεικονίζει έναν Ανατολίτη έμπορο να επιδεικνύει την πραμάτεια του. Η αναζήτηση μίας «εξωτικής» πραγματικότητας και των συνηθειών της, καθώς και η δύναμη ενός διαφορετικού φωτός εμπεριέχονται στις αναζητήσεις των καλλιτεχνών που επιλέγουν να πραγματοποιήσουν αυτό το διερευνητικό ταξίδι στην Ανατολή. Πρόκειται για στοιχεία που καταγράφονται και στο συγκεκριμένο έργο, μαζί με τη διάθεση μίας ψυχογραφικής προσέγγισης του εικονιζόμενου προσώπου από τον Λύτρα· αυτή η προσέγγιση κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον του ζωγράφου, υποβιβάζοντας την αναζήτηση της γοητείας του εξωτισμού. Άλλωστε, αυτός αποτελεί γνώριμο γραφικό στοιχείο της ελληνικής καθημερινότητας, ένα χνάρι της οθωμανικής κυριαρχίας το οποίο επιζήτησαν να καταγράψουν νωρίτερα πολλοί Ευρωπαίοι περιηγητές καλλιτέχνες. (Κανελλοπούλου, 2018)
Ο άνδρας φορεί σκούρο φαιό αντερί, ανοιχτό στο στήθος, κάτω από το οποίο εξέχει η λευκή πουκαμίσα στο στήθος και τα μανίκια. Στο κεφάλι φέρει τουρμπάνι. Το ήρεμο πρόσωπό του, με τα χαμηλωμένα βλέφαρα, προδίδει επιφυλακτικότητα, συγκέντρωση και μια λανθάνουσα εγρήγορση.
Ο Ανατολίτης και ο σωρός των χαλιών – μοναδική επισήμανση του χώρου της αγοράς – προβάλλονται επάνω σε ρόδινο βάθος, σχηματίζοντας μια κλίμακα χαμηλών τόνων, με ελάχιστες αντιθέσεις ή χρωματικές εξάρσεις. Τα φωτεινά ποικίλματα του πουκάμισου, καθώς έρχονται σε αντίθεση με το μελαμψό δέρμα, βοηθούν να αναδειχθεί το πρόσωπο αλλά δεν αναιρούν τη χαμηλή τονικότητα της παλέτας. Υποβόσκει εντούτοις, σε όλα αυτά, ένας υπόκωφος δυναμισμός. Τον διαισθάνεται κανείς στην πυκνότητα της σύνθεσης, την άτακτη πινελιά, ιδίως στα κοσμητικά μοτίβα των χαλιών και το αδρό πλάσιμο της ανδρικής μορφής. Ευδιάκριτη επίσης είναι η προσωπογραφική έφεση του ζωγράφου, η οποία αποτελεί μεν την αφετηρία του πίνακα, αλλά ευθέως τρέπεται προς την ηθογραφική σκηνή.
Το έργο είναι μαρτυρία των εντυπώσεων του Λύτρα από το τρίμηνο ταξίδι (Αύγουστος-Οκτώβριος 1873) που πραγματοποίησε με τον Γύζη στη Σμύρνη και τα ενδότερα της Τουρκίας19. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού σχεδίασε, κυρίως, ανθρώπινες μορφές, ορισμένα δε από τα σχέδιά του μετέφερε κατόπιν σε ελαιογραφία20.
Το ενδιαφέρον των δύο ζωγράφων για την Ανατολή εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο του ανατολισμού, όπως αυτός διαμορφώνεται κατά τον 19ο αιώνα ως έκφανση του ρομαντισμού21. Κατά την αρχή της δεκαετίας του 1870, όταν οι δύο Έλληνες επιχειρούν το ταξίδι, η εν λόγω κίνηση έχει παγιωθεί και οι Ευρωπαίοι ζωγράφοι – Γάλλοι πρωτίστως και δευτερευόντως Άγγλοι –, που έχουν επισκεφθεί χώρες της Ανατολής αναζητώντας νέες εμπειρίες και ερεθίσματα για την τέχνη τους, είναι ήδη πολλοί. Η συμμετοχή των γερμανικών χωρών στην κίνηση αυτή είναι μάλλον ασήμαντη, στη Βαυαρία πάντως, και ειδικά στο Μόναχο, υπάρχει μια ολιγομελής ομάδα καλλιτεχνών – στην οποία με έμφαση επισημαίνεται η παρουσία των Ελλήνων ζωγράφων22 – που καλλιεργεί με ζήλο τη σχετική θεματογραφία23.
Τι απέφερε στον Λύτρα το ταξίδι; Κατ’αρχάς την αίσθηση ενός άλλου χρωματισμού, μεστότερου, με βάθος και, ενίοτε, λαμπρότητα. Τούτο άλλωστε είναι κοινός τόπος στο έργο των περισσότερων ανατολιστών ζωγράφων. Ισχυρότερη εντύπωση του προξένησαν οι ανθρώπινοι τύποι· τα εκφραστικά και συγχρόνως επιφυλακτικά πρόσωπα, οι χειρονομίες, η όλη συμπεριφορά και η γραφικότητα των ενδυμάτων.
Ίσως η Ανατολή του Λύτρα δεν αποπνέει τη γοητεία του εξωτισμού. Είναι φυσικό τούτο, διότι ο ζωγράφος δεν έχει την πρόθεση να την ανακαλύψει. Έχει εξοικειωθεί με αυτή στην πατρίδα του από τα κατάλοιπα της Τουρκοκρατίας. Στην Τουρκία τίποτα δεν φαίνεται να τον εκπλήσσει, εκτός μόνο από την ανθρώπινη φυσιογνωμία, την οποία μελετά με απληστία και σχολαστική ερευνητικότητα. Τα πορτραίτα των Ανατολιτών του Λύτρα ενδιαφέρουν ως ανθρώπινες μαρτυρίες, πέραν από τη γραφικότητα του τόπου στον οποίο ανήκουν. (Βλάχος, 2007)
[...] Αποτέλεσμα του ταξιδιού του Νικηφόρου Λύτρα, μαζί με τον φίλο του Νικόλαο Γύζη, στην ελληνική Ανατολή, τη Μικρά Ασία, αποτελεί το έργο Ο Νασρεντίν Χότζας (1873-75· εικ. 29), το οποίο απεικονίζει έναν Ανατολίτη έμπορο να επιδεικνύει την πραμάτεια του. Η αναζήτηση μίας «εξωτικής» πραγματικότητας και των συνηθειών της, καθώς και η δύναμη ενός διαφορετικού φωτός εμπεριέχονται στις αναζητήσεις των καλλιτεχνών που επιλέγουν να πραγματοποιήσουν αυτό το διερευνητικό ταξίδι στην Ανατολή. Πρόκειται για στοιχεία που καταγράφονται και στο συγκεκριμένο έργο, μαζί με τη διάθεση μίας ψυχογραφικής προσέγγισης του εικονιζόμενου προσώπου από τον Λύτρα· αυτή η προσέγγιση κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον του ζωγράφου, υποβιβάζοντας την αναζήτηση της γοητείας του εξωτισμού. Άλλωστε, αυτός αποτελεί γνώριμο γραφικό στοιχείο της ελληνικής καθημερινότητας, ένα χνάρι της οθωμανικής κυριαρχίας το οποίο επιζήτησαν να καταγράψουν νωρίτερα πολλοί Ευρωπαίοι περιηγητές καλλιτέχνες. (Κανελλοπούλου, 2018)